Η επικοινωνία ανάμεσα στην οικογένεια και τους θεραπευτές αποτελεί έναν από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες στην πορεία κάθε θεραπευτικής διαδικασίας. Όταν ένα άτομο —παιδί, έφηβος ή ενήλικας— βρίσκεται σε θεραπεία, δεν είναι μόνο εκείνο που χρειάζεται στήριξη, αλλά και ολόκληρο το οικογενειακό του περιβάλλον. Η ποιότητα της επικοινωνίας ανάμεσα στις δύο πλευρές μπορεί να καθορίσει την αποτελεσματικότητα της φροντίδας και τελικά, την ίδια την πορεία της αποκατάστασης.
Ως κοινωνικοί λειτουργοί, γνωρίζουμε ότι η οικογένεια είναι συχνά ο πρώτος και σταθερότερος πυρήνας υποστήριξης του ανθρώπου. Όμως, πολλές φορές η οικογένεια βιώνει φόβο, ενοχές, σύγχυση ή και άγνοια για το πώς να σταθεί δίπλα στο μέλος της που δέχεται θεραπευτική παρέμβαση. Εκεί είναι που η ανοιχτή, ειλικρινής και τακτική επικοινωνία με τους θεραπευτές αποκτά ανεκτίμητη αξία.
Η συνεργασία αυτή δεν βασίζεται μόνο στην ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά κυρίως στη δημιουργία μιας σχέσης εμπιστοσύνης. Οι θεραπευτές χρειάζεται να ακούν με σεβασμό την εμπειρία και τις ανάγκες της οικογένειας, ενώ η οικογένεια οφείλει να εμπιστεύεται την επιστημονική γνώση και να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία. Όταν οι δύο πλευρές λειτουργούν ως σύμμαχοι, το άτομο που βρίσκεται στο κέντρο της φροντίδας νιώθει ασφάλεια, συνέπεια και αποδοχή.
Η επικοινωνία λοιπόν, δεν είναι μια απλή «τεχνική», αλλά μια συνεχής διαδικασία σχέσης, κατανόησης και ενδυνάμωσης. Χτίζει γέφυρες ανάμεσα στους ανθρώπους και μετατρέπει τη θεραπεία σε κοινό ταξίδι — ένα ταξίδι που δεν αφορά μόνο τη βελτίωση των συμπτωμάτων, αλλά και την αναγέννηση της ελπίδας, της συνοχής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Ως κοινωνικοί λειτουργοί, έχουμε την ευθύνη και την ευκαιρία να ενισχύουμε αυτή τη γέφυρα καθημερινά. Γιατί μέσα από την επικοινωνία, η φροντίδα αποκτά νόημα και η θεραπεία μετατρέπεται σε πράξη ανθρωπιάς.
Τσιρίκος Βασίλειος – Κοινωνικός Λειτουργός, Κ.Η Αχαΐας